Π Ε Ρ Ι Λ Η Ψ Η
Η αρχιτεκτονική έχει χρησιμοποιηθεί ανέκαθεν
από την εξουσία ως μέσο επιβολής αφήνοντας πίσω έργα που οι επόμενες γενιές
καλούνται να
διαχειριστούν. Ένα ιστορικά
πρόσφατο παράδειγμα είναι τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του φασισμού και του
ναζισμού. Η παρούσα εργασία ασχολείται με τους τρόπους αντιμετώπισης αυτών από
τις δημοκρατικές κοινωνίες της Ιταλίας και της Γερμανίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο. Αρχικά, ερευνήθηκε η αρχιτεκτονική της εποχής και ο τρόπος με
τον οποίο εργαλειοποιήθηκε από τα καθεστώτα και έγινε
φορέας της ιδεολογίας τους. Στην συνέχεια προσεγγίστηκε η θεωρητική εξέλιξη των
ακαδημαϊκών κοινοτήτων των δύο χωρών ως προς το θέμα, ερμηνευμένη μέσα από τις έννοιες της κοινωνικής μνήμης και της
κοινωνικής λήθης. Τέλος, μέσα από παραδείγματα κτιρίων είδαμε τις διάφορες
χρήσεις που έχουν πάρει κάποια κτίρια μέχρι και σήμερα. Έγινε κατανοητό
το πόσο συνδέθηκαν τα κτίρια με τα καθεστώτα, το πόσο στιγματίστηκαν και πως
αυτό οδήγησε σε διστακτικότητα στην αντιμετώπισή τους. Μέσα από τη σύγκριση των
δύο χωρών προέκυψαν ενδιαφέρουσες διαφορές στη διαχείριση του παρελθόντος και
ερωτήματα για τους τρόπους με τους οποίους διατηρούνται τα κτίρια αλλά και τα διάφορα
σύμβολα των καθεστώτων. Αν και υπάρχει ακόμη μέλλον στο ζήτηματης έμπρακτης αναγνώρισή
τους, τα κτίρια σε πολλές περιπτώσεις, μπορούν να ανασημασιοδοτηθούν και να ενταχθούν εκ νέου στις
δημοκρατικές κοινωνίες και επιπλέον μπορούν με τις σωστές παρεμβάσεις να
γίνουν αφορμή για ανασκόπηση του παρελθόντος σε καθημερινό επίπεδο.
A B S T R A C
T
Architecture has been used as a means of oppression
and displaying power for centuries, leaving behind works that next generations are called to deal with. A recent
historical example is that of the architectural remains of fascism and nazism.
This research thesis focuses on the ways these remains were dealt with by the
democratic governments of Italy and Germany after World War II. Initially, we
researched the architecture of that era, the ways it was used as a tool by the
regimes and how the buildings became vessels of ideology. Next, we approach the
theoretical progress of the academic circles of both countries on the subject
and interpret them through the concepts of collective memory and oblivion.
Lastly, by looking at specific case studies we see different uses that certain
buildings have been given till today. It becomes apparent that the buildings
were closely linked to the regimes and were stigmatized by that, leading to
hesitance in the way the democratic societies received them. The comparison between the two countries leads
to interesting differences in how they dealt with history and raises questions
on the ways the buildings and also the emblems of the regimes, are preserved.
Even though the process of actively recognizing the history the works of the
regimes carry, is still in progress, in many cases, can be reinterpreted and
reintroduced into the democratic societies. With the right interventions they
can even become opportunities for reviewing the past on a daily basis.